
Ονειρεύομαι με μάτια ορθάνοιχτα και χείλη κλειστά..
Αναπολώ σαν να κοιτάζω κιτρινισμένη καρτ-ποστάλ ξεχασμένων διακοπών..
Ποια ανάγκή μου ανασκάλεψε ο χρόνος
κι ύστερα τιμητικά με τοποθέτησε στο «σωρό»
γελώντας τρανταχτά με το ίδιο του το κατόρθωμα;
Βασική μου απορία
η πηγή της ίδιας της εσωτερικής μου ανάγκης..
Όταν οι επιθυμίες γίνονται ανάγκες
δεν έχεις πια άλλη επιλογή απ΄ το να εξομοιωθείς..
Ο πόνος της απώλειας σε τοποθετεί στη θέση του στρατιώτη
που τα βράδια ξεκουράζεται
αναπολώντας ζεστό φαΐ
και μια αγκαλιά
αντί να σχεδιάζει την επόμενη μάχη..
Απροσδιόριστα επιλέγεις να είσαι κάτι..
Με μόνη πυξίδα την ίδια σου την ανάγκη..
Ο κόσμος στη ίδια θέση..
Τα σημεία του ορίζοντα εκεί
κι εγώ μ’ ένα τσουβάλι συναισθήματα..
Τι να τα κάνω?
Θέλω να τα πετάξω και τα λυπάμαι
σα ‘ναι η μόνη παρακαταθήκη μου στην ανθρωπιά..
Φώναζα να μ’ ακούσεις..
Μα τι ν’ ακούσεις κι εσύ;
Οι σιωπές δεν έχουν ήχο κι εμένα τα χείλη μου θέλουν να κλείσουν..
Κι ύστερα να πορευτώ στην αιωνιότητα του «σωρού»..
Συντετριμμένη από του έρωτα το δόρυ..