Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009

Παρακαταθήκες..


Η φωτό είναι της μικρής μου φίλης της Λυδίας


Είχε γράψει για τον έρωτα σε κίτρινες περγαμηνές
παρακαταθήκες στον εαυτό της να μην ξεχάσει..
Κάθε που έγραφε μια γραμμή έφτιαχνε μια ανάμνηση
με την ελπίδα σαν την προδώσει ο νους να έχει να θυμάται
πως έμαθε να επιπλέει στον κόσμο των συναισθημάτων..
Όσο πιο λίγο πίστευε τόσο πιο σημαντικές γίνονταν οι λέξεις,
σκαλίσματα στο δέρμα του μυαλού
καρτ-ποστάλ τόπων που επισκέφτηκε και
κάποτε θα νοσταλγούσε..
Συχνά αναρωτιόταν με ποιά μονάδα μετριέται
η αγωνία της συνάντησης,
σε πόσα καρδιοχτύπια ο χρόνος μέχρι την επόμενη αγκαλιά,
σε πόσες σελίδες γράφεται μια ιστορία αγάπης..
Κι άλλοτε πάλι πόσο κρατάει ο πόνος του έρωτα
και πόσο του αποχωρισμού η πληγή..
Σε ποια γλώσσα μιλάς στην ψυχή του άλλου
και ποιο άγγιγμα σε ξεχωρίζει από τα άλλα χέρια..
Κι έμεινε εκεί να γράφει,
μέχρι να ξαναβρεί κουράγιο να ξαναζήσει..

Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

"Ακόμα και οι καουμπόισες μελαγχολούν.."



Ο τίτλος είναι δανεισμένος από ομώνυμο βιβλίο του Τ.Ρόμπινς που τελικά δεν κατάφερα να διαβάσω ποτέ ως το τέλος..



Οι τελευταίες μέρες κυλούσαν αργά και βασανιστικά για τη Καλάμιτι-Τζόρτζια (το όνομα της το είχαν δώσει καθώς όταν γεννήθηκε είχε γίνει μια μεγάλη καταστροφή στην πολιτεία της Τζόρτζια). Είχε μείνει να περιμένει τον Λάκι-Σάκι πολλές μέρες να γυρίσει από μια από τις συνηθισμένες του επιδρομές για χρυσάφι άλογα και περιπέτεια. Η αλήθεια είναι πως βαριόταν θανάσιμα μα κυρίως τον αναζητούσε και θα ήθελε πολύ να είχε πάει μαζί του όπως γινόταν συνήθως, όμως ο Λάκι-Σάκι ήταν ανένδοτος. "Αυτή τη φορά θέλω να είμαι μόνος μου, είναι για μένα σημαντικό!" της είχε πει αυστηρά. Η Καλάμιτι-Τζόρτζια το πήρε βαριά γιατί έτσι κι αλλιώς τον τελευταίο καιρό την είχε στο κλάσιμο και κάθε φορά που προέκυπτε καμιά καλή ληστεία σε τρένο όλο και κάποια δικαιολογία της έβρισκε για να μην πάει μαζί του.
Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες η Καλάμιτι-Τζόρτια θα τον είχε γράψει στο καλοξυρισμένο αιδείο της και θα είχε καβαλήσει το άλογο της για την επόμενη πόλη όμως αντί αυτού κατευθύνθηκε στο πιο κοντινό σαλούν κι έγινε λιώμα στις μπύρες.
Έτσι καθώς τα έπινε με τον Μπάρτεντερ που την ήξερε από παλιά, αναρωτιόταν που είχαν πάει εκείνες οι καλές μέρες που τη σεβόταν όλη η άγρια Δύση και τα περίχωρα.
Η Καλάμιτι-Τζότζια είχε για χρόνια δική της συμμορία και η αλήθεια είναι πως ο επαγγελματικός ανταγωνισμός την έφερε κοντά με το Λάκι-Σάκι που ήταν ένας εξίσου αξιοσέβαστος καουμπόι. Τα κατορθώματα της ήταν γνωστά απ' άκρη σ' άκρη στα σαλούν της Δύσης κι όποτε ξαπόσταινε σε κανένα απ' αυτά οι θαμώνες σιγοψυθίριζαν ο ένας στον άλλο το όνομα της κι όλο και κάποια ιστορία είχαν να διηγηθούν ο ένας στον άλλο. Οι ιστορίες μπορεί να μην ήταν παντα αληθινές, καθώς η αλήθεια αλλάζει από στόμα σε στόμα, αλλά όπως και να 'χει κανείς δεν τολμούσε να τα βάλει μαζί της.
Έδω αρκετό καιρό όμως η ζωή της είχε αλλάξει ριζικά, δεν ήταν πια το σκληρό θηλυκό της άγριας Δύσης. Για την ακρίβεια κανένας δε θυμόταν τα κατορθώματα της και τις επιδόσεις της στο λάσο, τις επιδρομές της για χρυσάφι και την ακρίβεια της στο σημάδι.
Η Καλάμιτι-Τζόρτζια ήταν πια ένας μύθος, γιατί τον πρώτο καιρό μεν όλοι μιλούσαν για το αχτύπητο δίδυμο Καλάμιτι Λάκι όμως όσο ο καιρός περνούσε η Καλάμιτι-Τζόρτζια έχανε το ενδιαφέρον της για την περιπέτεια και μεγάλωνε το ενδιαφέρον της για το Λάκι-Σάκι. Κοινώς η Καλάμιτι-Τζόρτζια ήταν καψούρα και δεν την πείραζε καθόλου γιατί με το Σάκι-Λάκι είχε ότι και πριν συν το συναίσθημα κάτι που είχε παραγκωνίσει τα σκληρά χρόνια της επιβίωσης στην Άγρια Δύση.
Και για να μη μακρυγορώ η Καλάμιτι-Τζόρτζια από σκληρό θηλυκό έγινε ένα κομμάτι μάλαμα, άρχισε να φοβάται μην πάθει ο Λάκι-Σάκι τίποτα σε καμιά ληστεία και να θέλει αγκαλίτσες και φιλάκια αντί για κόντρες στο σημάδι. Έγινε δλδ αυτό που πάντα σιχαινόταν, μια κανονική γυναίκα. Δεν ήταν ο Λάκι-Σάκι που την είχε αλλάξει αλλά ο έρωτας. Ο φόβος της απώλειας, η ανάγκη της μυρωδιάς του Λάκι-Σάκι,η επιθυμίας της να καβαλάει μόνο αυτόν κι όχι το άλογο της.
Ο Μπαρτέντερ την κοιτούσε ώρα πολλή σαν να προσπαθούσε διακριτικά να μαντέψει τις σκέψεις της. "Τι σου συμβαίνει Καλάμιτι-Τζόρτζια;" είπε
Η Καλάμιτι-Τζόρτζια σήκωσε τα μελαγχολικά μάτια της απ' το ποτήρι της μπύρας, τον κοίταξε με νόημα και του είπε σε άπταιστα αγγλικά "Even Cowgirls get the Blues!!".
Άφησε τα χρήματα πάνω στον πάγκο και εξαφανίστηκε. Κανείς δεν έχει μάθει μέχρι σήμερα που πήγε, κι ο Λάκι-Σάκι δεν έψαξε ποτέ να τη βρει, γιατί πλέον την έβρισκε θανάσιμα βαρετή. Κάποιοι είπαν ότι έγινε καλόγρια κι έφυγε με μια ιεραποστολή και κάποιοι άλλοι ότι έγινε πουτάνα στο πιο μεγάλο σαλούν του Γουοσινγκτον Ντι Σι...



Στη φωτό είναι το καπέλο της Αλήτισσας που είπε φέτος να ντυθεί Καουμπόισα!!

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2009

Αντικατοπτρισμοί..


Μετέωρη, βράχος στη άκρη του γκρεμού στέκομαι..
Κουρασμένη να μοχθώ για την καθημερινότητα..
Άδεια, σαν μπαλόνι που δεν μπορεί να πετάξει πια ψηλά..
Ανισόρροπη, απ' την αβεβαιότητα..
Ξένη, από τον ίδιο μου τον εαυτό..
Ψάχνω, την άκρη ενός νήματος που θα με οδηγήσει στη γαλήνη..
Ταλαντεύομαι κουρασμένη ανάμεσα στα θέλω και στα πρέπει..
Μέρες ίδιες, νύχτες κενές..
Έμαθα να περιοδεύω το κενό με οικείοτητα..
Δε νιώθω χαρά, μια λύπη με κρατάει δέσμια..
Συγχώρεσε με εαυτέ μου που κάθε φορά σε προδίδω με τη ματαιδοξία μου,
έλα ν' αγκαλιαστούμε επιτέλους, ν' αγαπηθούμε
να με συγχωρέσεις που έχω ανάγκη να πιστεύω
να με χαιδέψεις όπου πονάω..
Μόνο εσένα έχω..

Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2009

Πρόκληση..



Στην πραγματικότητα δε θυμόταν και πολλά απ' την προηγούμενη της ζωή,
κάθε φορά που ξαναγεννιόταν,
η μνήμη της αποθήκευε τις εμπειρίες του παρελθόντος
σα σήματα κινδύνου στο λογισμικό του μυαλού της
και τις χρησιμοποιούσε μονάχα προειδοποιητικά ανάλογα με τις ανάγκες..
Αν ένα σήμα κινδύνου μπορεί να λογιστεί ως παράγοντας ωριμότητας,
θα μπορούσε κανείς να πει,
πως η μετάβαση της απ' τη μια ζωή στην επόμενη την είχε ωφελήσει με κάποιο τρόπο..
Κανείς δεν ξέρει ποιός αδιευκρίνιστος ψυχισμός
την οδηγούσε να μεταλλάσεται κάθε φορά σε κάτι διαφορετικό..
Τη ξαναείδα με αυστηρό ταγέρ και χαμηλά παπούτσια..
Μέσα απ' το σακάκι φορούσε άσπρο πουκάμισο και γυαλιά δασκαλίστικα..
Είχε τα μαλλιά πιασμένα για να συμπληρώνουν την αρτηριοσκληρωτική εικόνα της γκόμενας που δε γουστάρει πολλά πολλά στο κρεβάτι..
Έμεινα να στέκομαι να την κοιτάζω
με τη σιγουριά του ανθρώπου που ξέρει τι ακριβώς
έκρυβε κάτω απ' το απρόσιτο ταγεράκι..
Δεν πρέπει να με γνώρισε
όμως όταν τα βλέματα μας συναντήθηκαν,
είδα τη λαγνεία που τόσο πολύ ήθελε να κρύψει..
Ποτέ δε θα μάθω αν ήταν κάτι που έβλεπα μόνάχα εγώ
ή μπορούσαν να το δουν όλοι οι περαστικοί
που έτυχε να συναντήσουν το βλέμμα τους μαζί της..
Απομακρύνθηκε κουνώντας προκλητικά τον κώλο της
για όση ώρα μπορούσα να τη δω..
Θύμωσα με τον εαυτό μου,
που ήμουνα η αιτία των χαμηλών παπουτσιών και των αυστηρών γυαλιών..
Τη θυμήθηκα με γόβες στιλέτο και διάφανα εσώρουχα
κι αναρωτήθηκα αν θα μπορούσα ποτέ
να την απαλλάξω απ' το βάρος της ίδιας μου της απόρριψης..

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2009

Εξομολόγηση..


Η αλήθεια είναι πως τον τελευταίο καιρό ούτε χρόνο έχω για Blogging αλλά ούτε και έμπνευση. Συχνά όταν πλησιάζει ένας κίνδυνος τον διαισθάνομαι μ' ένα παράξενο τρόπο, σαν να επικεντρώνεται το μυαλό μου σε μια παράξενη διεργασία ηρεμίας σα να προετοιμάζονται οι αισθήσεις μου για να τον αντιμετωπίσουν. Παράξενο πράγμα η διαίσθηση ή μήπως δεν είναι τελικά διαίσθηση και είναι το αυταπόδεικτο που απλά το είναι μου, αρνείτε να το δει;
Ο καθένας μας φτιάχνει τον κόσμο του κατά πως τον βολεύει, με γνώμονα την ανάγκη, τα θέλω και την πίστη του στους ανθρώπους και κατ' επέκταση στον ίδιο του τον εαυτό.
Είναι φορές που κρυώνουμε κάτω απ' τη μάλλινη μας κουβέρτα κι εκτιμάμε την ανάγκη βάσει της έλλειψης κι άλλοτε απαλλαγμένοι απ' την έλλειψη μακαρίζουμε την απώλεια.
Παράξενα πλάσματα είμαστε.

Σας φιλώ όλους καληνύχτα..

Time found you lying motionless The definition of an old love was lying on the wooden floor of memory Each day you scribble a meaningful ins...